Η Ανδρίτσαινα είναι παλιό ορεινό κεφαλοχώρι του νομού Ηλείας. Είναι κτισμένη σε υψόμετρο 700 περίπου μέτρων στις πλαγιές του όρους Λύκαιου. Βρίσκεται κοντά στα όρια των νομών Αρκαδίας και Μεσσηνίας. Περιβάλλεται απο δάση δρυών και διαθέτει πολλές πηγές που τις δίνουν μία πολύ ευχάριστη όψη, ιδίως το καλοκαίρι. Κεφαλοχώρι που αναπτύχθηκε αρχικά χάρη στην κτηνοτροφία, και ύστερα εξαιτίας της βιοτεχνίας και του εμπορίου σήμερα δυστυχώς είναι σε παρακμή όπως και όλη η ύπαιθρος.

Ιστορία
Φαίνεται πως η Ανδρίτσαινα όπως και πολλά χωριά της ευρύτερης περιοχής (Καρύταινα, Δημητσάνα, Στεμνίτσα, κλπ) δημιουργήθηκε κατά την ύστερη Βυζαντινή περίοδο απο τις ανασυντάξεις των πληθυσμών λόγω της ανασφάλειας των πεδινών και παραθαλάσσιων οικισμών (αν και πρέπει να σημειωθεί πως η περιοχή κατοικούνταν ήδη απο τα αρχαία χρόνια με τα ερείπια της Φιγαλείας να βρίσκονται κοντά, και ότι ανήκε στην Αρκαδία). Πρέπει να αναπτύχθηκε ιδιαιτέρως την περίοδο της Φραγκοκρατίας διατηρώντας στενές επαφές με την Καρύταινα και τις παραθαλάσσιες περιοχές της Ηλείας που αποτελούσαν το κέντρο του Πριγκηπάτου της Αχαίας.




Όπως και με τα περισσότερα χωριά ελάχιστες πληροφορίες υπάρχουν για τις εξελίξεις μέχρι τον 18ο αιώνα όμως πρέπει να υποθέσουμε πως η πολύομβρη θέση της όπως και τα πολλά και πλούσια βουνά της συντέλεσαν να αναπτυχθεί έντονα και ιδιαίτερα η κτηνοτροφία. Τον 18ο αιώνα πάντως είχε εξελιχθεί σε τοπικό οικονομικό κέντρο με σημαντικές επαφές με την Ιταλία και την Δύση. Είχε πολλά βυρσοδεψία και υφαντουργία που μεταποιούσαν την κτηνοτροφική παραγωγή και μία σημαντική εμποροπανήγυρι. Συμμετείχε ενεργά και στα Ορλωφικά και στην Επανάσταση του 1821. Ο Παναγιώτης Αναστασόπουλος, Ανδριτσιώτης που μετανάστευσε στην Σμύρνη, θεωρείται πως υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Φιλικής Εταιρείας μαζί με τους Σκουφά και Τσακάλωφ.

Μετά την Απελευθέρωση η Ανδρίτσαινα (αντίθετα απο άλλους γειτονικούς ορεινούς οικισμούς) γνώρισε μεγάλη οικονομική και δημογραφική ακμή που μαρτυρείται απο τα ιδιαίτερα εντυπωσιακά και λαμπρά της κτίρια και μνημεία. Η ακμή αυτή συντέλεσε στην δημιουργία βιβλιοθήκης το 1840 απο το καταγώμενο απο την Ανδρίτσαινα αλλά κάτοικο Παρισίου Κωνσταντίνο Νικολόπουλο (ή Αγαθόφρωνα), στην δημιουργία σχολείων όλων των βαθμίδων, στην εγκατάσταση όλων των δημοσίων υπηρεσιών και στην λειτουργία ακόμη εφημερίδας (εξαιρετικά σπάνιο φαινόμενο για ημιαστικό κέντρο), των Νέων Ορίζοντων. Φαίνεται ότι η Ανδρίτσαινα έζησε την ίδια ακμή που γνώρισαν αλλά παρόμοια κεφαλοχώρια της Πελοποννήσου όπως το Λεωνίδιο ή το Λεβίδι, όπου ενώ έμεινε χωριό σε μέγεθος συνάμα απέκτησε αστικά χαρακτηριστικά.



Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο η Ανδρίτσαινα παρήκμασε αφού βιώσε την υδροκεφαλική πολιτική και την ενθαρυμμένη μετανάστευση. Παρόλα αυτά κατάφερε να συγκρατήσει πολύ μεγαλύτερο μέρους του πληθυσμού της σε σχέση με τους περισσότερους ορεινούς οικισμούς εξαιτίας του τουριστικού ρεύματος προς τον Ναό του Επικούριου Απόλλωνος. Απο τους 2.138 κατοίκους του 1896 τώρα απομένουν λιγότεροι απο 350…




Αρχιτεκτονική
Η Ανδρίτσαινα αναπτύσσεται κυρίως ακτινωτά γύρω απο την κεντρική πλατεία και τον δρόμο όπου βρίσκονται όλα τα καταστήματα και υπηρεσίες. Σε αντίθεση με κάποιους άλλους οικισμούς η Ανδρίτσαινα παρουσιάζει μία πυκνοκατοικημένη διάταξη και δεν διαιρείται σε πολλές και απομακρυσμένες συνοικίες. Έχει βέβαια 3-4 τέσσερις οικισμούς που είναι απομωνωμένοι απο τον κύρια κορμό, ωστόσο δεν είναι παρά μικροί οικογενειακοί οικισμοί και δεν συνιστούν πραγματικά ξεχωριστές συνοικίες. Η κεντρική εκκλησία είναι ο Άγιος Νικόλαος που βρίσκεται σε ένα πλάτωμα κάτω απο τον κεντρικό δρόμο. Η Τρανή Βρύση επίσης συνιστά ένα σημαντικό μνημείο αφού πρόκεται για την πιο παλιά και δυνατή πηγή του οικισμού και βρίσκεται στον κεντρικό δρόμο κοντά στον Άγιο Νικόλαο. Υπάρχει μία πληθώρα άλλων εκκλησιών όπως είναι ο Άγιος Ιωάννης, ο Άγιος Κωνσταντίνος, ο Άγιος Θεράποντας και η Αγία Μαρίνα που ωστόσο δεν αποτελούν κέντρο κάποιας συνοικίας και είναι ήσσονος σημασίας σε σχέση με την κεντρική εκκλησία.



Η αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται ως ένα φάσμα παραδοσιακών και νεοκλασσικών στοιχείων με μερικά κτίρια να είναι παραδοσιακά, άλλα νεοκλασσικά και αρκετά είναι ενδιάμεσα. Τα αυθεντικά νεοκλασσικά κτίρια βρίσκονται κυρίως κατα μήκος του εμπορικού δρόμου και είναι/ήταν κυρίως εμπορικής φύσης αλλά και τουριστικής. Υπάρχουν επίσης και αρκετά αρχοντικά αυτού του ρυθμού. Παραδοσιακά κτίρια αντίθετα, συνήθως με αρκετά νεοκλασσικά στοιχεία, είναι οι περισσότερες κατοικίες του οικισμού. Χαρακτηριστικό στοιχείο της Ανδρίτσαινας είναι τα μαντεμένια σαχνίσια που κοσμούν αρκετά κτίρια, φαινόμενο περίεργο αφού σε όλη την Πελοπόννησο εντοπίζονται ελάχιστα σαχνίσια και φαίνεται πως η Ανδρίτσαινα διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία!




Παρά την πυκνοκατοικημένη και ορεινή διάταξη τα περισσότερα σπίτια διαθέτουν αυλή που δυστυχώς παρουσιάζει σοβαρή εικόνα εγκατάλειψης αφού ελάχιστα κατοικούνται μόνιμα, και όσα κατοικούνται μόνιμα είναι συνήθως εκτός οικισμού ή σύγχρονα. Οι περισσότερες αυλόπορτες είναι αρκετά περίτεχνες σε νεοκλασσικό ύφος και ευτυχώς έχουν διασωθεί. Αρκετά συνηθησμένος είναι ο σοβάς στους τείχους που βάφονται σε νεοκλασσικές αποχρώσεις όπως απαλό κίτρινο, μπλέ και ροζ. Ωστόσο τα περισσότερα σπίτια είναι ασοβάτιστα, ιδίως τα πιο πτωχικά. Τα περισσότερα σπίτια έχουν νεοκλασσικά ή παραδοσιακά μπαλκόνια ακόμη και στους πιο στενούς δρόμους. Η Ανδρίτσαινα διαθέτει αρκετά διασωμένα καλντερίμια που γενικά σπανίζουν στην Πελοπόννησο. Ενδιαφέρουν παρουσιάζουν οι προσόψεις των μαγαζιών που παρότι έχουν εγκαταλειφθεί έχουν διατηρηθεί. Τέλος να αναφέρω και τα καλοκτισμένα αλώνια της περιοχής.




